ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ:
ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ
Συνέντευξη με τη Γιώτα
Ιωαννίδου, απερχόμενη εκπρόσωπο των Παρεμβάσεων, στο ΔΣ του Κέντρου Μελετών και
Τεκμηρίωσης (ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ) της ΟΛΜΕ*
Ποια είναι η εικόνα από την
εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων και του νέου συστήματος προαγωγής, στην Α Λυκείου;
Σύμφωνα
με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΟΛΜΕ, περίπου 24% ή ένας στους
τέσσερεις μαθητές της πρώτης τάξης του Γενικού Λυκείου παραπέμπεται σε κάποιο
μάθημα το Σεπτέμβρη. Το αντίστοιχο περσινό ποσοστό των μεταξεταστέων ήταν 4,2%.
Στις δηλώσεις του ο
Υπουργός Παιδείας, αναγνωρίζει κάποια προχειρότητα στην εφαρμογή της Τράπεζας
Θεμάτων. Μάλιστα το Υπουργείο Παιδείας προωθεί
τροποποιήσεις και από φέτος.
Η Τράπεζα Θεμάτων και ο σκληρότερος τρόπος προαγωγής
των μαθητών είναι η κορυφή του παγόβουνου. Τώρα αλλάζουν τη βάση του δέκα, να
ισχύει για το σύνολο του κλάδου μαθηματικών και γλώσσας. Από μια πρόχειρη
έρευνα, φαίνεται να επηρεάζει ελάχιστα τα ποσοστά. Αύριο θα ισχυριστούν ότι
πρέπει τα θέματα να γίνουν ίδια για όλους τους μαθητές και να διορθώνονται από σώμα
βαθμολογητών. Η Τράπεζα Θεμάτων, όπως γράφει η μελέτη του ΟΟΣΑ (2011)–που
αποτελεί τον οδηγό πλεύσης του υπουργείου Παιδείας- εντάσσεται στην ανάπτυξη
συστήματος τυποποιημένης αξιολόγησης και στην Ελλάδα. Ενός συστήματος όπου οι
λεγόμενες επιδόσεις των μαθητών σε πρότυπα τεστ, θα αποτελούν μέτρο επίδοσης των
σχολείων και των εκπαιδευτικών. Έτσι θα
χαρακτηρίζονται τα καλά και κακά σχολεία και στο επόμενο βήμα οι γονείς θα
«επιλέγουν» το σχολείο των παιδιών τους, τα οποία θα ακολουθεί και η οικονομική
ενίσχυση μέσω των γνωστών κουπονιών (vouchers). Πρόκειται για το σκληρό σύστημα τυποποιημένης
αξιολόγησης που ακολουθείται σε ΗΠΑ και αγγλοσαξονικές χώρες, αλλά και στην
πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ.
Έτσι,
με το εργαλείο της αξιολόγησης επιδόσεων κυβέρνηση, από τη μια, θα οδηγεί σε μαζικό διωγμό των πιο φτωχών
μαθητών από το Λύκειο προς τη μεταγυμνασιακή κατάρτιση και τη μαθητεία – τζάμπα
εργασία για τον εργοδότη. Από την άλλη, ο στόχος για όλους, είναι να πορευτούν
στην εκπαίδευση και τη ζωή εσωτερικεύοντας την αίσθηση του σήμερα ή αύριο «χαμένου». Το σχολείο αντί να ενθαρρύνει
και να αναπτύσσει, θα καθηλώνει και θα απορρίπτει. Το «λάθος», από παιδαγωγικό
εργαλείο μάθησης, γίνεται εφιάλτης.
Και γιατί είναι κακό να
μετρά κανείς τις επιδόσεις των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των σχολείων;
Ας μιλήσουμε με βάση τις επίσημες μελέτες για ΗΠΑ,
Αγγλία και τα ευρήματά τους. Στα σχολεία, μετά την
εφαρμογή των τυποποιημένων τεστ, όλη η διδασκαλία προσαρμόστηκε σ΄αυτό. Οι
καθηγητές έκαναν περισσότερο εκγύμναση σε τεστ και λιγότερο δίδασκαν επιστημονικά
αντικείμενα. Μειώθηκε ο χρόνος διδασκαλίας των μαθημάτων, που δεν εξετάζονταν.
Το άγχος και η απόρριψη των μαθητών πολλαπλασιάστηκε και γρήγορα μετατράπηκε σε
εγκατάλειψη του σχολείου, από τα πιο φτωχά παιδιά. Σχολεία δέχονταν μόνο καλούς
μαθητές, για να μην χαλάσουν την επίδοσή τους αλλά και εκπαιδευτικοί χώριζαν
τους μαθητές τους σε
«ασφαλείς περιπτώσεις – κατάλληλες για θεραπεία – απελπιστικές» και ασχολούνταν
κυρίως με τη δεύτερη κατηγορία. Τα σχολεία κατατάχθηκαν σε πολλές κατηγορίες
ανάλογα με τις επιδόσεις των μαθητών σε «υποδειγματικά, αναγνωρίσιμα, αποδεκτά
και απαράδεκτα». Αυτή η κατηγοριοποίηση συνδέθηκε με αμοιβή πρόσθετης
χρηματοδότησης ή ποινές που οδήγησαν σε κλείσιμο πολλών σχολείων. Πολλοί
καθηγητές παράτησαν το επάγγελμα.
Κοντά σε όλα αυτά, ο τομέας των εξετάσεων υπήρξε λαμπρό πεδίο
κερδών για τον ιδιωτικό τομέα, όχι κυρίως μέσω φροντιστηρίων όπως εδώ, αλλά με
τους «έγκυρους και αξιόπιστους» οργανισμούς που αναλαμβάνουν τα θέματα, τη
διεξαγωγή, τη διόρθωση.
Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ
υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα αυτά ίσα – ίσα δείχνουν τις ευθύνες των
καθηγητών. Και μάλιστα γι αυτό αντιδρούν στην εφαρμογή της αξιολόγησης τους.
«Το να κατηγορούμε τους καθηγητές για τα
άσχημα αποτελέσματα στα τεστ, σε αστικά σχολεία με υψηλά ποσοστά φτωχών και
σαφώς μη προνομιούχων μαθητών … είναι σα να κατηγορούμε έναν αγρότη, επειδή
είχε κακή συγκομιδή μετά από περίοδο ξηρασίας. Είναι σα να κατηγορούμε έναν
οδηγό λεωφορείου επειδή δεν τήρησε τα δρομολόγια, ενώ μεγάλο μέρος της
διαδρομής που έπρεπε να διανύσει ήταν πλημμυρισμένη», έγραφε γιος εκπαιδευτικού,
ενός δημόσιου σχολείου του Σικάγο.
Η
κατάσταση στην εκπαίδευση δεν είναι καλή και το ξέρουν όλοι, πρώτα από όλα καθηγητές
και μαθητές. Χρόνια λιτότητα, όλο και περισσότεροι μαθητές στοιβαγμένοι σε
τάξεις, ελλείψεις εκπαιδευτικών και τρέξιμο των υπαρχόντων σε τρία και τέσσερα
σχολεία με μειώσεις μισθών. Με περιεχόμενα που όλο και περισσότερο
αντιμετωπίζουν το μαθητή σαν κουβά πληροφοριών που πρέπει να γεμίσει, με λίγα ή
ανύπαρκτα πειράματα, ή ζωντανή επαφή με την τεχνολογία, με ιστορία, τέχνες και
πολιτισμό στο περιθώριο, ελεύθερο χρόνο και παιχνίδι ανύπαρκτα. Με ένα Λύκειο
λοβοτομημένο αφού το τελείωμά του συνοδεύεται από τις ανταγωνιστικές
πανελλαδικές της αποστήθισης. Δεν αναπτύσσεται δημιουργικότητα έτσι, ούτε
σκέψη, ούτε κοινωνικοποίηση. Το υπουργείο Παιδείας πληρώνει 1,5 εκατ. ευρώ για
να φτιάξει την Τράπεζα Θεμάτων, ενώ του λείπουν καθηγητές μέχρι το Φλεβάρη. Δεν
ενδιαφέρεται για το πώς θα πάρει μέτρα
ώστε όλοι οι μαθητές «να μπορέσουν» αλλά να ενσωματώσουν μέσω «αξιόπιστων»
εξετάσεων ότι «δεν μπορούν».
Καμιά ‘’μεταρρύθμιση’’
όμως δεν μακροημέρευσε αν δεν είχε την
ανοχή των εκπαιδευτικών, των μαθητών, της κοινωνίας. Εδώ έρχεται η αξιολόγηση
σαν μέσο επιβολής κι ελέγχου. Είναι προς
τιμή των εκπαιδευτικών που αντιδρούν και ανάγκασαν την κυβέρνηση να στέλνει
«εντέλλεσθε» και να «κρύβεται» για να κάνει σεμινάρια διευθυντών, αφού όσα
γίνονταν δημοσίως ακυρώθηκαν από κινητοποιήσεις.
Συχνά κατηγορείται το
εκπαιδευτικό κίνημα, ότι ενδιαφέρεται μόνο για τα «προνόμια» των εκπαιδευτικών
και δεν έχει καμιά πρόταση για το σχολείο.
Κοιτάξτε
οι εκπαιδευτικοί δεν είναι αποκλειστικά ένοχοι, ούτε βέβαια ολοκληρωτικά αθώοι.
Οι συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών είναι συνθήκες μάθησης των μαθητών.
Εκπαιδευτικός πεινασμένος, ανασφαλής, φοβισμένος, χωρίς παιδαγωγική ελευθερία,
αξιοπρέπεια και επιστημονική συζήτηση , δηλαδή κυβερνητικός υπάλληλος,
εφαρμοστής εντολών δεν μπορεί να είναι καλός δάσκαλος. Όλο το προηγούμενο
διάστημα όσο παλεύαμε, τόσο αυξάνονταν οι «δάσκαλοι» και χαμήλωναν οι «κοιτάω
τη δουλίτσα μου». Με το πάθος, την αυτοθυσία και το μεράκι αυτών των αγωνιστών
δασκάλων κρατήθηκε όρθια η εκπαίδευση. Είναι αυτοί οι «δάσκαλοι που θυμάστε».
Αυτή
είναι η πρώτη μας θέση – στάση.
Η
δεύτερη είναι η ριζοσπαστική άρνηση αυτού που μας προσφέρουν, του σχολείου της
αγοράς, το τόσο παλιό με τον μανδύα του νέου και των κανόνων του. Δηλαδή το
σχολείο για τους λίγους που πληρώνουν και τα πρότυπα της αριστείας και τα
ιδιωτικά εκκολαπτήρια των πλούσιων γόνων. Ο γιος του εργάτη όχι γιατρός αλλά
δούλος – ωφελούμενος και άνεργος – μετανάστης. Λέμε στους μαθητές μας. Αξίζετε
πολλά. Μην πιστέψετε αυτούς που θα σας πούνε ότι εσείς δεν κάνετε για τα
γράμματα και τα ψηλά πετάγματα. Απαιτείστε, διεκδικήστε, πάρτε τα.
Η
τρίτη αφορά το σχολείο που απαιτούμε σήμερα, που αμφισβητεί το ρόλο του
υπάρχοντος στην αναπαραγωγής της αστικής εξουσίας και των κοινωνικών τάξεων γνωρίζοντας
ότι θα μας πάει στον μέλλοντα χρόνο μιας κοινωνίας απελευθερωμένης από τα δεσμά
του καπιταλιστικού κέρδους και την μακροημέρευση της ΕΕ και του κεφαλαίου. Άρα
το θέλουμε ενιαίο, όχι άλλος για τέχνη κι άλλος για γράμματα. Δημόσιο, όχι να πηγαίνει
όποιος έχει να πληρώνει. Δωρεάν, γιατί είναι δικαίωμα χιλιοπληρωμένο από τον
ιδρώτα του κόσμου. Δωδεκάχρονο, γιατί τα παιδιά έχουν δικαίωμα στην ολόπλευρη
μόρφωση, βάση της εργασίας και του πολιτισμού και όχι μόνο σε πέντε πληροφορίες
για να τους πει τα υπόλοιπα ο εργοδότης. Η κυβέρνηση, η ΕΕ και το ΔΝΤ, το πολιτικό σύστημα και
τα κόμματα του κεφαλαίου, οι «ελιές», τα «ποτάμια» και οι «Χρυσές Αυγές» του
σκοταδισμού, συμπλέουν σε ένα μοτίβο: την υποταγή των μορφωτικών, απελευθερωτικών
δυνάμεων της εκπαίδευσης και της εργασίας στο καπιταλιστικό κέρδος. Όμως,
η «ελευθερία» του ανταγωνισμού και της αγοράς, είναι η σκλαβιά της
κοινωνίας, των εργαζόμενων και των παιδιών τους. Στο σχολεία που αυτοί θέλουν, θα πηγαίνει κανείς ανάλογα με το βαλάντιό του.
Αν δεν έχεις δεν ψωνίζεις ή καλύτερα ψωνίζεις ανάλογα με το πορτοφόλι σου.
Εμείς
παλεύουμε για ένα δημόσιο, δωρεάν,
ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο για όλα τα παιδιά, χωρίς εξεταστικούς φραγμούς που
αποδεικνύουν στους μαθητές ότι «δεν μπορούν», αλλά με μέτρα «για να μπορέσουν».
Θέλουμε μια εκπαίδευση που θα αντιμετωπίζει κάθε παιδί ως ένα σύνολο από
δυνατότητες και κλίσεις, που πρέπει να φέρει στην επιφάνεια και να
καλλιεργήσει, συνδέοντας τα οργανικά με επιστημονική γνώση, αξίες, ιστορία,
κριτήρια ελευθερίας, συλλογικότητας και δημοκρατίας των κοινωνικών αναγκών. Γιατί
κάθε παιδί αξίζει. Και πρέπει να του εξασφαλίσουμε, να παίξει, να μάθει, να
εργαστεί, να ερωτευτεί, να ζήσει και να ευτυχίσει προς όφελος της κοινωνίας
ολόκληρης.
*δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ
6/7/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου